γεροντολογία

γεροντολογία
Κλάδος της επιστήμης που έχει σκοπό τη μελέτη της γεροντικής ηλικίας (δηλαδή ατόμων άνω των 65 ετών). Εκτός της φυσιολογίας, της παθολογίας και της υγιεινής του γήρατος που αποτελούν αντικείμενο της γηριατρικής (βλ. λ.), η γ. ασχολείται ιδιαίτερα με την κοινωνική διάσταση του θέματος. Θεωρητικά, ο οργανισμός αρχίζει να γερνά όταν σταματά η αύξηση, αλλά από πρακτική άποψη η γ. ασχολείται με τις μορφολογικές και λειτουργικές μεταβολές που εμφανίζονται στον άνθρωπο της τρίτης ηλικίας και στην προοδευτική τους εξέλιξη επιφέρουν τον φυσικό θάνατο. Η φυσιολογία του γήρατος απέδειξε ότι ο ανθρώπινος οργανισμός γερνώντας δεν χάνει καμία από τις χαρακτηριστικές του λειτουργίες, εκτός φυσικά από εκείνη της αναπαραγωγής· τα διάφορα όργανα όμως χάνουν τις εφεδρικές λειτουργικές ικανότητές τους, ενώ η διαδικασία του μεταβολισμού και της ικανότητας αντίδρασης επιβραδύνονται προοδευτικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ικανότητας προσαρμογής, η οποία εξηγεί το πώς οι γέροντες μπορούν να ζήσουν μια μακρά και ισορροπημένη ζωή, ενώ μερικές φορές αρκεί ένας ψυχικός τραυματισμός για να καταρρεύσει ανεπανόρθωτα ο οργανισμός. Η παθολογία του γήρατος, εκτός του ότι εξετάζει τις ειδικές παθήσεις της γεροντικής ηλικίας, μελετά τις ιδιομορφίες της κλινικής εμφάνισης των ασθενειών στη γεροντική ηλικία, που οφείλονται στη νωθρότητα των αμυντικών αντιδράσεων και στις ιδιαιτερότητες του γεροντικού οργανισμού στον οποίο δρα ο παθογόνος παράγοντας. Η υγιεινή του γήρατος ασχολείται με τη μελέτη των μέτρων προφύλαξης από τις ασθένειες και, πάνω απ’ όλα, εκείνων που μπορούν κατά κάποιον τρόπο να συμβάλουν στη διατήρηση των διαφόρων οργανικών συστημάτων, έτσι ώστε να δίνεται στο άτομο η δυνατότητα ενεργητικής ζωής για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο. Η κοινωνική προσέγγιση αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης των γερόντων στην κοινωνία που ζουν καθώς και τους τρόπους που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι τα προβλήματα της ηλικίας τους, όπως είναι η υγεία, τα οικονομικά και η κοινωνική απομόνωση.
* * *
η
η επιστήμη που ασχολείται με τα βιολογικά, κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα τών ηλικιωμένων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • -λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπολογία — Επιστήμη που εξετάζει τον άνθρωπο στο σύνολο των σωματικών χαρακτηριστικών του και των εκδηλώσεων της διανοητικότητάς του· όπως την όρισε o Μπιφόν, είναι η φυσική ιστορία του ανθρώπινου γένους. Η α. μελετά τον άνθρωπο –στο παρελθόν και στο παρόν …   Dictionary of Greek

  • γέροντας — I Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 27 κάτ.) στην πρώην επαρχία Χαλκίδος του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται βόρεια της Ερέτριας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ερετρίας. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 110 μ., 450 κάτ.) στην πρώην… …   Dictionary of Greek

  • γηρολογία — η γεροντολογία …   Dictionary of Greek

  • Ασλάν, Άννα — (Hana Aslan, 1897 – 1988). Ρουμάνα γιατρός, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, ειδική στη γεροντολογία και γηριατρική. Η κλινική της για την καταπολέμηση του γήρατος, όχι ως φυσιολογικού φαινομένου αλλά ως νοσηρής κατάστασης, είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”